Βιοχημικός έλεγχος

Το σπερματικό υγρό ή σπερματικό πλάσμα που περιέχει τα σπερματοζωάρια εκκρίνεται κυρίως από τον προστάτη, τις σπερματοδόχους κύστεις και τις επιδιδυμίδες. Το σπερματικό πλάσμα χρησιμεύει ως μέσο μεταφοράς, προστασίας και θρέψης των σπερματοζωαρίων μετά την εκσπερμάτιση και ως λειτουργικός ρυθμιστής της λειτουργίας τους.

Έτσι, η λειτουργία του προστάτη ελέγχεται με τη μέτρηση των επιπέδων ψευδαργύρου, η λειτουργία των σπερματοδόχων κύστεων ελέγχεται με τη μέτρηση των επιπέδων φρουκτόζης ενώ η λειτουργία των επιδιδυμίδων με τη μέτρηση των επιπέδων της ουδέτερης γλυκοσιδάσης ή της καρνιτίνης.

Ο βιοχημικός έλεγχος συστήνεται κυρίως σε περιπτώσεις αζωοσπερμίας όπου δεν βρέθηκαν δηλαδή σπερματοζωάρια στη βασική ανάλυση σπέρματος. Έτσι, πολύ χαμηλά επίπεδα ενός δείκτη μπορεί να αποτελεί ένδειξη απόφραξης. Για παράδειγμα πολύ χαμηλά επίπεδα α-γλυκοσιδάσης μπορεί να μας δείχνει ότι υπάρχει απόφραξη-δυσλειτουργία των επιδιδυμίδων ή απόφραξη-αγενεσία των σπερματικών πόρων που μεταφέρουν το σπέρμα από τις επιδιδυμίδες προς την ουρήθρα. Παίρνουμε λοιπόν σημαντικές πληροφορίες για το είδος της απόφραξης ( αποφρακτική/μη αποφρακτική αζωοσπερμία).

Κύλιση προς τα επάνω