Ο ανοσολογικός έλεγχος πραγματοποιείται σε εκείνες τις περιπτώσεις όπου υπάρχει η υποψία παρουσίας αντισπερμικών αντισωμάτων στο σπέρμα. Τέτοιες περιπτώσεις είναι η μειωμένη κινητικότητα των σπερματοζωαρίων, η επιτόπια τρομώδης κίνηση των σπερματοζωαρίων κατά την οποία τα σπερματοζωάρια δεν έχουν προοδευτική κίνηση και η παρουσία πολλών συσσωματωμάτων στο δείγμα.
Πώς δημιουργούνται τα αντισπερμικά αντισώματα?
Τα αντισώματα είναι πρωτεϊνικά μόρια τα οποία λανθασμένα αναγνωρίζουν τα σπερματοζωάρια ως βλαβερούς εισβολείς και τους επιτίθενται. Μόλις προσκολληθούν στα σπερματοζωάρια, μπορούν να παρεμποδίσουν τη δραστηριότητά τους με πολλούς και διάφορους τρόπους. Μπορούν να τα ακινητοποιήσουν, να αναγκάσουν τα σπερματοζωάρια να συγκεντρωθούν όλα μαζί δημιουργώντας συσσωματώματα, να περιορίσουν τη δυνατότητά τους να περάσουν μέσα από την τραχηλική βλέννη, ή να αποτρέψουν την προσκόλλησή τους στο ωάριο και κατ’ επέκταση στη γονιμοποίησή του. Τα αντισπερμικά αντισώματα δημιουργούνται από τη διάσπαση του αιματο-ορχικού φραγμού, (ενός συστήματος φραγμού που εμποδίζει το αίμα και το σπέρμα να έρχονται σε επαφή) ,συχνά έπειτα από λοιμώξεις του ουροποιογεννητικού συστήματος, τραυματισμό στους όρχεις , όγκους στους όρχεις, συστροφή, επεμβάσεις και απόφραξη ή απολίνωση σπερματικών πόρων.
Το εργαστήριο ακολουθώντας τις οδηγίες του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (Π.Ο.Υ) πραγματοποιεί την ανίχνευση των αντισπερμικών αντισωμάτων με τη μέθοδο MAR-test (Mixed Antiglobulin Reaction), κατά την οποία, όταν το 50% και άνω των κινητών σπερματοζωαρίων παρουσιάζουν συγκολλήσεις με τα σφαιρίδια του MAR-test υποδεικνύει υπογονιμότητα ανοσολογικής αιτιολογίας.